θαλπωρῇ — θαλπωρή warming fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θαλπωρή — warming fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θαλπωρή — η 1. ζεστασιά ήπια και ευχάριστη. 2. μτφ., ζεστή και φιλική ατμόσφαιρα: Οικογενειακή θαλπωρή. 3. συναίσθημα που γεννιέται απ αυτήν τη ζεστή ατμόσφαιρα, εμψύχωση: Ένιωσε θαλπωρή με τα παρηγορητικά λόγια που άκουσε. 4. περίθαλψη: Δε βρήκε στο… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
θαλπωραί — θαλπωρή warming fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θαλπωρῆς — θαλπωρή warming fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θαλπωρήν — θαλπωρή warming fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θαλπωρά — θαλπωρά̱ , θαλπωρή warming fem nom/voc/acc dual θαλπωρά̱ , θαλπωρή warming fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Οδύσσεια — Επικό ποίημα του Ομήρου (βλ. λ.). Η Ο. είναι ένα επικό ποίημα χωρισμένο από τους Αλεξανδρινούς γραμματικούς σε 24 επίσης ραψωδίες, και ξεπερνά τους 12.000 εξάμετρους στίχους. Δέκα χρόνια μετά το τέλος του Τρωικού πολέμου, ο Οδυσσεύς εξακολουθεί… … Dictionary of Greek
αθαλπής — ἀθαλπής, ές (AM) [θάλπος] ο χωρίς θαλπωρή, ζεστασιά επίρρ. ἀθαλπέως … Dictionary of Greek
ζέστη — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 20 μ., 144 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μεσολογγίου του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ιεράς Πόλης Μεσολογγίου. * * * και ζέστα, η (Μ ζέστη) θερμότητα, υψηλή θερμοκρασία νεοελλ. 1. θαλπωρή 2. (για… … Dictionary of Greek